«Οι φονικές πλημμύρες στη Θεσσαλία δείχνουν ότι η χώρα έχει πολλά ελλείμματα που εάν δεν αντιμετωπιστούν, οι επιπτώσεις από ακραία φαινόμενα θα πολλαπλασιάζονται και θα είναι όλο και πιο βαριές. Επιβεβαιώνεται ότι η χώρα μας τα τελευταία τέσσερα χρόνια όχι μόνο αδράνησε, αλλά έκανε βήματα προς τα πίσω σε αρκετούς τομείς που σχετίζονται με την προσαρμογή στην κλιματική κρίση και με την πρόληψη των φυσικών καταστροφών», υπογράμμισε ο Πρόεδρος της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ, Σωκράτης Φάμελλος, σε συνέντευξη που παραχώρησε σήμερα στον ραδιοφωνικό σταθμό «Στο Κόκκινο» και στους δημοσιογράφους Γ. Μελιγγώνη και Γ. Τραπεζιώτη.
Ο Σ.Φάμελλος εξέφρασε για μία ακόμη φορά την αλληλεγγύη του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προς τους πολίτες που δοκιμάζονται ακόμη και τη στήριξη προς όλους όσοι επιχειρούν στις πλημμυροπαθείς περιοχές, ανακοινώνοντας παράλληλα και την επίσκεψη κλιμακίων του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στις πληγείσες περιοχές την Τρίτη, 12.09.2023.
Παράλληλα, στάθηκε ιδιαίτερα σε λάθη και καθυστερήσεις της κυβέρνησης την τελευταία τετραετία, που αποδυνάμωσαν την πρόληψη και την επάρκεια της πολιτείας:
- τη διάσπαση της κλιματικής πολιτικής με την επικοινωνιακή μεταφορά το 2021 της αρμοδιότητας για την προσαρμογή στην κλιματική κρίση στο Υπουργείο Πολιτικής Προστασίας, το οποίο ακόμη δεν έχει οργανόγραμμα. Ενώ κύριες αρμοδιότητες, όπως η πολιτική για τα δάση, η πρόληψη δασικών πυρκαγιών, ο σχεδιασμός της διαχείρισης υδατικών πόρων και κινδύνων πλημμύρας, αλλά και ο κλιματικά ανθεκτικός χωροταξικός σχεδιασμός παραμένουν στο Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας,
- την καθυστέρηση στην αναθεώρηση των χαρτών επικινδυνότητας και κινδύνων πλημμύρας σε αντίθεση με τις ευρωπαϊκές υποχρεώσεις, αλλά και
- τη μη στελέχωση κρίσιμων υπηρεσιών, όπως η Δασική Υπηρεσία και η Πυροσβεστική.
«Ακόμα και ο Νόμος του 2020 για την Πολιτική Προστασία παραμένει ανενεργός. Αυτό από μόνο του δείχνει τη στόχευση του κ. Μητσοτάκη, που αφορά στην επικοινωνία και όχι στην ουσία», τόνισε.
Υπογράμμισε επίσης ότι, μόλις χθες, ο κ. Μητσοτάκης, στις δηλώσεις του από τη Λάρισα φάνηκε να κατανοεί ότι η προσαρμογή στις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης δεν σχετίζεται μόνο με την πολιτική προστασία. «Το ερώτημα είναι επομένως γιατί δεν επιταχύνθηκαν και δεν ολοκληρώθηκαν εδώ και τόσα χρόνια τα σχέδια των Περιφερειών για την Προσαρμογή στην κλιματική αλλαγή, τα οποία θεσπίστηκαν μαζί με την Εθνική Στρατηγική Προσαρμογής, το 2016 από την κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ. Συγκεκριμένα, η Στρατηγική Μελέτη Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του Σχεδίου Προσαρμογής της Περιφέρειας Θεσσαλίας δεν έχει ολοκληρωθεί, έχει πάρει και τέταρτη παράταση και αναμένεται να ολοκληρωθεί στις 31.12.2023», σημείωσε.
Απαντώντας στο ερώτημα εάν η ολοκλήρωση του σχεδιασμού και της λήψης όλων των προβλεπόμενων μέτρων θα επαρκούσαν απέναντι σε ένα τόσο ακραίο φαινόμενο ο Σ.Φάμελλος σημείωσε: «Δεν μπορεί να αναζητείται άλλοθι στην κλιματική κρίση, όταν η πολιτεία δεν έχει ανταποκριθεί ούτε στις θεσμικές της υποχρεώσεις. Υπάρχει ευρωπαϊκή νομοθεσία για την αναθεώρηση των Σχεδίων Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμύρας και για τα Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμού. Η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ ολοκλήρωσε το 2018 και το 2017 αντίστοιχα αυτές τις υποχρεώσεις της χώρας. Όμως οι αναθεωρήσεις που έπρεπε να ολοκληρωθούν 31.12 2021 καθυστερούν. Πέρα από το σχεδιασμό, υπάρχει και το ερώτημα αν τα μέτρα και τα έργα που προβλέπονταν στα σχέδια του 2017 και 2018 υλοποιήθηκαν ή όχι, καθώς αυτά σε κάποιο βαθμό θα μπορούσαν να μετριάσουν τις επιπτώσεις ακόμα και από τόσο ακραία φαινόμενα», υπογράμμισε.
Από την άλλη τόνισε ότι παρά τα έργα πρόληψης πλημμυρών, τόσο ακραία φαινόμενα απαιτούν κατάλληλη προετοιμασία και στην πολιτική προστασία, η οποία φαίνεται ότι δεν υπήρξε: «Χρειαζόμαστε μία δομή πολιτικής προστασίας που να έχει την κατάλληλη επάρκεια και τεχνογνωσία. Δεν αρκεί να κινητοποιούμε μετά την εμφάνιση του προβλήματος φορείς και εθελοντές. Στην περίπτωση της Θεσσαλίας αυτό δεν συνέβη, παρά τις προειδοποιήσεις των επιστημόνων: έπρεπε να είχαν δοθεί ορθά μηνύματα εκ των προτέρων, να είχαν γίνει εκκενώσεις νωρίτερα, να είχε ενεργοποιηθεί ο στρατός πολύ νωρίτερα. Και μας προκαλεί ανησυχία ότι δεν βλέπουμε η κυβέρνηση να αντιλαμβάνεται τα παραπάνω, παρά την σχετική συζήτηση στη Βουλή για την ανθεκτικότητα της κοινωνίας και την επάρκεια της πολιτείας, με αφορμή τις φετινές καταστροφικές πυρκαγιές», υπογράμμισε.
Αναφερόμενος στην ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας μετά το συντριπτικό πλήγμα, ο Σ.Φάμελλος ανέφερε ότι αυτή οφείλει να γίνει στη βάση του Περιφερειακού και Τοπικού Χωρικού Σχεδιασμού: «Ο αναπτυξιακός προγραμματισμός, αλλά και τα απαιτούμενα έργα οφείλουν να στηρίζονται σε σαφείς προτεραιότητες και οργάνωση των χρήσεων γης, λαμβάνοντας υπόψη και τις επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης. Το ίδιο ισχύει και για τα έργα διαχείρισης υδατικών πόρων και τις αντιπλημμυρικές παρεμβάσεις”. Επιπλέον σημείωσε ότι “τα τελευταία χρόνια επανέκαμψε ένα διαχρονικό πρόβλημα της χώρας: η κομματική ιδιοτέλεια στο κράτος. Τα έργα προτεραιοποιούνται με βάση τα κομματικά συμφέροντα, τοπικά, περιφερειακά ή εθνικά. Αυτό διαβρώνει την επάρκεια της πολιτείας, και δεν εξυπηρετεί ούτε την οικονομία γιατί στο τέλος πλήττεται και αυτή».
Ο Σ.Φάμελλος σχολίασε επίσης και την αναζήτηση πρόσθετων πόρων και χρηματοδοτικών εργαλείων για την επόμενη μέρα των μεγάλων καταστροφών στον Έβρο και στη Θεσσαλία: «Φυσικά και η κινητοποίηση πρόσθετων πόρων είναι απαραίτητη μετά από αυτά τα πολύ μεγάλα πλήγματα. Όμως το ερώτημα που έχει ήδη τεθεί από τον ΣΥΡΙΖΑ είναι εάν έχουν προχωρήσει τα θεσμικά βήματα που είναι απαραίτητα για να ενεργοποιηθούν τα εργαλεία που είναι ήδη διαθέσιμα, όπως π.χ. το Ευρωπαϊκό Ταμείο Αλληλεγγύης. Επίσης, δεν γνωρίζουμε αν ζητήθηκε συνδρομή του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Πολιτικής Προστασίας», τόνισε.
Κλείνοντας την τοποθέτησή του, ο Σ.Φάμελλος υπογράμμισε ότι η καθυστέρηση και τα ελλείμματα δεν ήταν απλή αμέλεια αλλά επιλογή: «Η κυβέρνηση Μητσοτάκη τα τελευταία τέσσερα χρόνια είχε άλλες προτεραιότητες. Ιδιωτικοποιήσεις, υπερκέρδη στην ηλεκτρική ενέργεια, υπερκέρδη στα διυλιστήρια, αισχροκέρδεια στην αγορά. Δεν πρόλαβε να ασχοληθεί με την προσαρμογή στην κλιματική κρίση, με την πρόληψη των πυρκαγιών, με την πρόληψη των πλημμυρών, και σήμερα απειλείται η ασφάλεια και η ποιότητα ζωής των πολιτών», δήλωσε.
Συνεντεύξεις